Άντληση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: άντληση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
напампоўка, накачка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άντληση
άντληση πετρελαίου, άντληση συνώνυμα, άντληση νερού από πηγάδι, άντληση πληροφοριών από τον παγκόσμιο ιστό, άντληση νερού, άντληση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, άντληση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- άνομος στα λευκορωσικά - беззаконны
- άνοστος στα λευκορωσικά - невыразны
- άντρας στα λευκορωσικά - чалавек, муж
- άντρο στα λευκορωσικά - пячора
Τυχαίες λέξεις
Άντληση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: напампоўка, накачка
Μεταφράσεις: напампоўка, накачка