Ένεση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ένεση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўпырск, впрыска, упырск
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένεση
ένεση βιταμίνης κ, ένεση στο μάτι, ένεση ινσουλίνης, ένεση ονειροκρίτης, ένεση καμφοράς, ένεση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ένεση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ένδειξη στα λευκορωσικά - індыкацыя, індыкацыі
- ένδοξος στα λευκορωσικά - слаўны, хвалебны, славуты
- ένζυμο στα λευκορωσικά - фермент, ферменты, фермента
- ένιωθα στα λευκορωσικά - Я
Τυχαίες λέξεις
Ένεση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўпырск, впрыска, упырск
Μεταφράσεις: ўпырск, впрыска, упырск