Αδιάκοπος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αδιάκοπος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бесперапынны, няспынны, бесперапыннае
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιάκοπος
αδιάκοπος συνώνυμα, αδιάκοπος συνώνυμο, αδιάκοπος στα αγγλικά, αδιάκοπος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αδιάκοπος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αδιάβροχος στα λευκορωσικά - воданепранікальны
- αδιάθετος στα λευκορωσικά - нездаровы, нездаровая, хворы, нездаровую, нядужую
- αδιάκριτος στα λευκορωσικά - дэтэктыў
- αδιάλλακτος στα λευκορωσικά - непрымірымы
Τυχαίες λέξεις
Αδιάκοπος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: бесперапынны, няспынны, бесперапыннае
Μεταφράσεις: бесперапынны, няспынны, бесперапыннае