Ακαθάριστος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ακαθάριστος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
грубы, валавы, валавой, валавай, валавога
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακαθάριστος
ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, ακαθάριστοσ σχηματισμόσ κεφαλαίου, ακαθάριστος μισθός, ακαθάριστος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ακαθάριστος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ακαδημία στα λευκορωσικά - акадэмія
- ακαδημαϊκός στα λευκορωσικά - навучальны, вучэбны
- ακαθαρσία στα λευκορωσικά - прымешка, дамесак, прымешку, дамешку, прымесь
- ακαθόριστος στα λευκορωσικά - хваля, нявырашанае
Τυχαίες λέξεις
Ακαθάριστος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: грубы, валавы, валавой, валавай, валавога
Μεταφράσεις: грубы, валавы, валавой, валавай, валавога