Ακμή στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ακμή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
буда, высокi, акне, вугроў, вугры, окне
Ακμή στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακμή

ακμή στην πλάτη, ακμή στα 40, ακμή συνώνυμο, ακμή κύβου, ακμή προσώπου, ακμή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ακμή στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ακλόνητος στα λευκορωσικά - непоколебленный
  • ακμάζω στα λευκορωσικά - красаванне, цвіценне
  • ακμαίος στα λευκορωσικά - квітнеючы, квітнеючай
  • ακοή στα λευκορωσικά - вуха, слых, чутка, слух, чуткі, чутку
Τυχαίες λέξεις
Ακμή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: буда, высокi, акне, вугроў, вугры, окне