Ανέγερση στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ανέγερση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
структура, эрэкцыя, ала эрэкцыя
Ανέγερση στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανέγερση

ανέγερση μουσείου μεσσαράς ηράκλειο, ανέγερση κτιρίου σε οικόπεδο τρίτου, ανέγερση κατοικίας, ανέγερση κατοικίας κόστος, ανέγερση σχολείων, ανέγερση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανέγερση στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ανάφλεξη στα λευκορωσικά - запальванне
  • ανάχωμα στα λευκορωσικά - банк, бераг, курган, Цюмень
  • ανέκδοτο στα λευκορωσικά - анекдот, показка, показку, анэкдот
  • ανέκφραστος στα λευκορωσικά - невыразнае
Τυχαίες λέξεις
Ανέγερση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: структура, эрэкцыя, ала эрэкцыя