Ανασκευάζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ανασκευάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аспрэчваць, абвяргаць, абвергнуць, адмаўляць, адмаўляцца
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανασκευάζω
ανασκευάζω λεξικο, ανασκευάζω οικογενεια λεξεων, ανασκευάζω βικιλεξικο, ανασκευάζω επιχείρημα, ανασκευάζω συνωνυμα, ανασκευάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανασκευάζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αναρχικός στα λευκορωσικά - анархіст, анархіста, анархістам
- αναρωτιέμαι στα λευκορωσικά - здзіўляцца, дзівіцца, зьдзіўляцца
- ανασκοπώ στα λευκορωσικά - пераходзіць
- ανασκόπηση στα λευκορωσικά - глядзець, агляд
Τυχαίες λέξεις
Ανασκευάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: аспрэчваць, абвяргаць, абвергнуць, адмаўляць, адмаўляцца
Μεταφράσεις: аспрэчваць, абвяргаць, абвергнуць, адмаўляць, адмаўляцца