Αναστενάζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αναστενάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўздых, уздых, уздыхнуў
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστενάζω
αναστενάζω αγγλικα, αναστενάζω βγαίνει φωτιά, αναστενάζω βγαίνει φωτιά στιχοι, αναστενάζω και πονώ, αναστενάζω μετάφραση, αναστενάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναστενάζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αναστέλλω στα λευκορωσικά - душыць, падаўляць, прыгнятаць
- αναστατώνω στα λευκορωσικά - хваляваць, трывожыць
- αναστεναγμός στα λευκορωσικά - ўздых, уздых, уздыхнуў
- αναστηλώνω στα λευκορωσικά - абрабiць, аддаваць, аддаць, адноўлены, адноўлена
Τυχαίες λέξεις
Αναστενάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўздых, уздых, уздыхнуў
Μεταφράσεις: ўздых, уздых, уздыхнуў