Ανοράκ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ανοράκ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
анораки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοράκ
ανοράκ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανοράκ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ανοιχτός στα λευκορωσικά - адкрыты, адчыняць, адкрытым, адчыненым, адкрытых
- ανοξείδωτος στα λευκορωσικά - нержавелы, нержавеючы, нержавеючай, непадуладную, непадуладную часу
- ανοσία στα λευκορωσικά - імунітэт
- ανοχή στα λευκορωσικά - талерантнасць, талерантнасьць, талеранцыя
Τυχαίες λέξεις
Ανοράκ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: анораки
Μεταφράσεις: анораки