Αποκόβω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αποκόβω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выразаць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκόβω
αποκόβω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποκόβω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αποκρύπτω στα λευκορωσικά - хаваць, плашч
- αποκτώ στα λευκορωσικά - узяць, начынаць, учытацца, штурхаць, прынасiць, прыходзiць, адбыцца, ...
- αποκόλληση στα λευκορωσικά - разрыў, парыў
- απολίθωμα στα λευκορωσικά - выкапень, выкапнёвае
Τυχαίες λέξεις
Αποκόβω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: выразаць
Μεταφράσεις: выразаць