Αστυνόμος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αστυνόμος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
маршал, маршалак
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστυνόμος
αστυνόμος α, αστυνόμος μπαλούρδος, αστυνόμος σαίνης, αστυνόμος πέπε, αστυνόμος μπέκας, αστυνόμος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αστυνόμος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αστυνομία στα λευκορωσικά - паліцыя
- αστυνομεύω στα λευκορωσικά - паліцэйская, паліцэйскі, бздура, паліцыйнага, адна паліцэйская
- αστυφύλακας στα λευκορωσικά - канстэбль
- αστός στα λευκορωσικά - гараджанін, гараджанін жа, падстаркаваты гараджанін
Τυχαίες λέξεις
Αστυνόμος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: маршал, маршалак
Μεταφράσεις: маршал, маршалак