Ασωτία στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ασωτία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
марнатраўнасць, марнатраўства
Ασωτία στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασωτία

ασωτία ορισμος, ασωτία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ασωτία στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ασφόδελος στα λευκορωσικά - бледна, бледно, бледны, светла
  • ασχολία στα λευκορωσικά - акупацыя, акупацыі, акупацыю
  • ασύγχρονος στα λευκορωσικά - асінхронны
  • ασύλληπτος στα λευκορωσικά - неперехваченное
Τυχαίες λέξεις
Ασωτία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: марнатраўнасць, марнатраўства