Βλέπω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: βλέπω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
глядзець, бачыць, гадзiньнiк, ўбачыць
Βλέπω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βλέπω

βλέπω το σημερινό κόσμο, βλέπω κάτι όνειρα, βλέπω θολά από το ένα μάτι, βλέπω ανθρώπους που δεν είναι υποψήφιοι, βλέπω το θάνατό σου, βλέπω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βλέπω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • βλάπτω στα λευκορωσικά - блага, сакавiк, боль
  • βλέμμα στα λευκορωσικά - чакаць, глядзець
  • βλέψη στα λευκορωσικά - імкненне, імкненьне
  • βλήμα στα λευκορωσικά - снарад
Τυχαίες λέξεις
Βλέπω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: глядзець, бачыць, гадзiньнiк, ўбачыць