Γεννοβολώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: γεννοβολώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рабiць, нераст, нерест
Γεννοβολώ στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεννοβολώ

γεννοβολώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γεννοβολώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • γενναιότητα στα λευκορωσικά - адвагу, адвага, храбрасць, мужнасць, смеласць
  • γεννητικός στα λευκορωσικά - які спараджае, спараджае, спараджаюць
  • γεννώ στα λευκορωσικά - адбыцца, рабiць, прынасiць, насiць, мядзьведзь, телиться
  • γενοκτονία στα λευκορωσικά - генацыд
Τυχαίες λέξεις
Γεννοβολώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: рабiць, нераст, нерест