Γερανός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γερανός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кран
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερανός
γερανός μηχάνημα, γερανός στη λάρνακα, γερανός ανύψωσης ασθενών, γερανός λάρνακα, γερανός οριγκάμι, γερανός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γερανός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γεράνι στα λευκορωσικά - герань, Геранёны
- γερακάρης στα λευκορωσικά - Gerakaris
- γεροδεμένος στα λευκορωσικά - рослы, высокі, касуля, мажны, расла
- γεροντικός στα λευκορωσικά - старэчы
Τυχαίες λέξεις
Γερανός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кран
Μεταφράσεις: кран