Δανεισμός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δανεισμός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
запазычанне, запазычванне, пазычанне, пазычэньне, запазычаньне
Δανεισμός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δανεισμός

δανεισμός ελλάδας, δανεισμός εργαζομένων, δανεισμός βιβλίων, δανεισμός υπαλλήλου, δανεισμός προσωπικού, δανεισμός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δανεισμός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δανείζω στα λευκορωσικά - даваць
  • δανειζόμενος στα λευκορωσικά - пазычальнік
  • δαπάνες στα λευκορωσικά - выдаткі, расходы
  • δαπάνη στα λευκορωσικά - выдаткі, расходы
Τυχαίες λέξεις
Δανεισμός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: запазычанне, запазычванне, пазычанне, пазычэньне, запазычаньне