Δεσμεύω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δεσμεύω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кайданы, аковы, путы, ланцугі, іхнія аковы
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμεύω
δεσμεύω χρήματα, δεσμεύω συνωνυμα, δεσμεύω συνώνυμα, δεσμεύω στα αγγλικά, δεσμεύω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δεσμεύω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δεσμίδα στα λευκορωσικά - ступня, стопу, стопа, нага
- δεσμευτικός στα λευκορωσικά - абавязковы, абавязковая, абавязковую
- δεσμοφύλακας στα λευκορωσικά - турэмшчык, турэмны наглядчык
- δεσμός στα λευκορωσικά - абавязак, сувязь
Τυχαίες λέξεις
Δεσμεύω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кайданы, аковы, путы, ланцугі, іхнія аковы
Μεταφράσεις: кайданы, аковы, путы, ланцугі, іхнія аковы