Διαμορφώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διαμορφώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вылеплены
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμορφώνω
διαμορφώνω στα αγγλικά, διαμορφώνω αντωνυμο, διαμορφωνω συνώνυμο, διαμορφώνω translation, διαμορφώνω λεξικο, διαμορφώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διαμορφώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διαμελίζω στα λευκορωσικά - рассякаць, рассекать, расцінаць
- διαμετρώ στα λευκορωσικά - дыяметральна, дыямэтральна
- διανέμω στα λευκορωσικά - распаўсюджваць
- διανοητικά στα λευκορωσικά - разумова
Τυχαίες λέξεις
Διαμορφώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вылеплены
Μεταφράσεις: вылеплены