Δοχείο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δοχείο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кантэйнер, контейнер
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοχείο
δοχείο αδράνειας, δοχείο εκκίνησης για άναμμα κάρβουνων, δοχείο διαστολής, δοχείο διαστολής καλοριφερ, δοχείο διαστολής wilo, δοχείο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δοχείο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δουλειές στα λευκορωσικά - магазын, бізнес, бізнэс
- δουλεύω στα λευκορωσικά - адбыцца, хадзiць, праца, работа
- δούλος στα λευκορωσικά - раб, слуга, рабе, нявольнік
- δράκος στα λευκορωσικά - цмок, дракон
Τυχαίες λέξεις
Δοχείο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кантэйнер, контейнер
Μεταφράσεις: кантэйнер, контейнер