Δρασκελιά στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δρασκελιά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
крок
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δρασκελιά
δρασκελιά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δρασκελιά στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δραπετεύω στα λευκορωσικά - ўцёкі, уцёкі
- δρασκελίζω στα λευκορωσικά - вагацца, хістацца
- δραστήριος στα λευκορωσικά - актыўны, актыўная
- δραστηριοποιούμαι στα λευκορωσικά - здрыгануцца, развеяцца, ўзварухнуцца, страсянуцца, схамянуцца
Τυχαίες λέξεις
Δρασκελιά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: крок
Μεταφράσεις: крок