Δόκιμος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δόκιμος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кадэт, кадэтаў, кадэтау, Кадэта
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόκιμος
δόκιμος έφεδρος αξιωματικός wiki, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μισθός, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μονιμοποίηση, δόκιμος αξιωματικός, δόκιμος όρος, δόκιμος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δόκιμος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δωσιδικία στα λευκορωσικά - адказнасць, абавязак, юрысдыкцыя, юрысдыкцыі, юрысдыкцыю
- δόγμα στα λευκορωσικά - вучэнне, вучэньне, навуку
- δόλιος στα λευκορωσικά - хаваецца, тоіцца
- δόλος στα λευκορωσικά - падман, зман, ашуканства, обман
Τυχαίες λέξεις
Δόκιμος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кадэт, кадэтаў, кадэтау, Кадэта
Μεταφράσεις: кадэт, кадэтаў, кадэтау, Кадэта