Ελαστικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ελαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эластычны, гнуткі
Ελαστικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαστικός

ελαστικός επίδεσμος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός αρμόστοκος, ελαστικός παρθενικός υμένας, ελαστικός στόκος, ελαστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ελαστικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ελίσσομαι στα λευκορωσικά - меандр
  • ελίτ στα λευκορωσικά - эліта
  • ελαστικότητα στα λευκορωσικά - эластычнасць, эластычнага, элястычныя
  • ελαττωματικός στα λευκορωσικά - дэфектны, дэфэктны
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: эластычны, гнуткі