Εξακριβώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εξακριβώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўсталёўваць, усталёўваць, ўстанаўліваць, устанаўліваць, вызначаць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξακριβώνω
εξακριβώνω english, εξακριβώνω συνώνυμα, εξακριβώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εξακριβώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εξακολουθώ στα λευκορωσικά - спажыва, трымаць, гадаваць, пажытак, страва, харчаванне, спажытак, ...
- εξακοντίζω στα λευκορωσικά - страляць
- εξαλείφω στα λευκορωσικά - сціраць, мыць, праць, лугаваць
- εξαναγκάζω στα λευκορωσικά - рабiць, цягнуць, адбыцца, прыстань, штурхаць, прынасiць, прыходзiць, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξακριβώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўсталёўваць, усталёўваць, ўстанаўліваць, устанаўліваць, вызначаць
Μεταφράσεις: ўсталёўваць, усталёўваць, ўстанаўліваць, устанаўліваць, вызначаць