Εσπευσμένος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εσπευσμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паспешны, паспешлівую
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εσπευσμένος
εσπευσμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εσπευσμένος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εσοχή στα λευκορωσικά - выманне, выемка, адабранне, вымаюць, выняцце
- εσπερινός στα λευκορωσικά - вячэрня
- εστία στα λευκορωσικά - ачаг, агмень, очаг, камінак
- εστιατόριο στα λευκορωσικά - рэстаран
Τυχαίες λέξεις
Εσπευσμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: паспешны, паспешлівую
Μεταφράσεις: паспешны, паспешлівую