Καταστροφικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: καταστροφικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
катастрафічны, катастрафічнага, катастрафічную
Καταστροφικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταστροφικός

καταστροφικόσ συνώνυμο, καταστροφικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καταστροφικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • καταστρεπτικός στα λευκορωσικά - разбуральны, сабе разбуральны, мярзотлівы, у сабе разбуральны
  • καταστροφή στα λευκορωσικά - знішчэнне, зьнішчэньне
  • κατατάσσομαι στα λευκορωσικά - ранг
  • κατατάσσω στα λευκορωσικά - ранг
Τυχαίες λέξεις
Καταστροφικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: катастрафічны, катастрафічнага, катастрафічную