Κατευνάζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κατευνάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
супакойваць, сцішваць, суцяшаць, загаманіла
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατευνάζω
κατευνάζω τα πνεύματα, κατευθύνω συνωνυμο, κατευθύνω βικιλεξικο, κατευνάζω συνώνυμα, κατευνάζω αντωνυμο, κατευνάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατευνάζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κατεδαφίζω στα λευκορωσικά - расе, расы, расу
- κατεργάζομαι στα λευκορωσικά - katergazomai
- κατεύθυνση στα λευκορωσικά - напрамак, кірунак, накірунак, накіраванне
- κατηγορία στα λευκορωσικά - катэгорыя, катэгорыі, катэгорыя ня
Τυχαίες λέξεις
Κατευνάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: супакойваць, сцішваць, суцяшаць, загаманіла
Μεταφράσεις: супакойваць, сцішваць, суцяшаць, загаманіла