Κεντρικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κεντρικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цэнтральны, Цэнтральная, Центральный
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεντρικός
κεντρικός σύνδεσμος θύρα 13, κεντρικός τομέας περιφέρειας αττικής, κεντρικός φορέας ισότιμης κατανομής βαρών, κεντρικός υποθυρεοειδισμός, κεντρικός φλεβικός καθετήρας, κεντρικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κεντρικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κεντρί στα λευκορωσικά - джала, ціснула, вора
- κεντρίζω στα λευκορωσικά - джала, ціснула, вора
- κεντώ στα λευκορωσικά - вышываць, вышывалі, гафтаваць
- κενό στα λευκορωσικά - пусты, белы, роу, вакуум, вакуўм
Τυχαίες λέξεις
Κεντρικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: цэнтральны, Цэнтральная, Центральный
Μεταφράσεις: цэнтральны, Цэнтральная, Центральный