Μήκος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μήκος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
даўжыня, даўжынёй
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μήκος
μήκος κύκλου, μήκος κύματος, μήκος λεπτού εντέρου, μήκος τόξου, μήκος πρόσοψης κτίσματος (μ.) (29), μήκος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μήκος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μέτωπο στα λευκορωσικά - лоб, ілоб
- μέχρι στα λευκορωσικά - араць, абрабiць, для
- μήλο στα λευκορωσικά - яблык, бульба, яблоко
- μήνας στα λευκορωσικά - месяц
Τυχαίες λέξεις
Μήκος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: даўжыня, даўжынёй
Μεταφράσεις: даўжыня, даўжынёй