Μαινόμενος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μαινόμενος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
разгневаны, угневаны, ўгневаны, раз'юшаны, раззлаваны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαινόμενος
βενιζέλος μαινόμενος, μαινόμενος σημασια, ηρακλήσ μαινόμενοσ, μαινόμενος ταύρος, μαινόμενος ορισμός, μαινόμενος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μαινόμενος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μαθητής στα λευκορωσικά - вучань
- μαθητεία στα λευκορωσικά - вучнёўства
- μακάβριος στα λευκορωσικά - мярцвяна, змярцвела, мёртва, смяротна, мярцвяны
- μακάρι στα λευκορωσικά - хацець, жадаю, хачу, желаю, зычу
Τυχαίες λέξεις
Μαινόμενος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: разгневаны, угневаны, ўгневаны, раз'юшаны, раззлаваны
Μεταφράσεις: разгневаны, угневаны, ўгневаны, раз'юшаны, раззлаваны