Μαυλίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μαυλίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
патураць, спрыяць
Μαυλίζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαυλίζω

μαυλίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μαυλίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ματιά στα λευκορωσικά - глядзець
  • ματώνω στα λευκορωσικά - сыходзіць крывёй, крывяніць, кроватачыць, крывавіць
  • μαυρίζω στα λευκορωσικά - голец
  • μαυροπίνακας στα λευκορωσικά - класная, классная
Τυχαίες λέξεις
Μαυλίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: патураць, спрыяць