Μεταχειρίζομαι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μεταχειρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лячыць, лекаваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταχειρίζομαι
μεταχειρίζομαι συνώνυμα, μεταχειρίζομαι συνώνυμο, μεταχειρίζομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μεταχειρίζομαι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μεταφορικός στα λευκορωσικά - метафарычны, метафарычнае
- μεταχείριση στα λευκορωσικά - лячэнне, лячэньне
- μετερίζι στα λευκορωσικά - бастыён, бастыон, Баст'ян
- μετεωρίτης στα λευκορωσικά - паветра
Τυχαίες λέξεις
Μεταχειρίζομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: лячыць, лекаваць
Μεταφράσεις: лячыць, лекаваць