Μετριάζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μετριάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абавязковасьць, лютасьць, лютасць, ярасць, лютасьці, шаленства
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετριάζω
μετριάζω συνωνυμο, μετριάζω τι σημαίνει, μετριάζω συνώνυμα, μετριάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μετριάζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μετρητά στα λευκορωσικά - наяўныя, гатоўка, гатоўку, наяўныя грошы
- μετρητής στα λευκορωσικά - лічыльнік
- μετρικός στα λευκορωσικά - метрыка
- μετριοπάθεια στα λευκορωσικά - умеранасць, ўмеранасць, памяркоўнасьць, ўмерана, стрыманасць
Τυχαίες λέξεις
Μετριάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: абавязковасьць, лютасьць, лютасць, ярасць, лютасьці, шаленства
Μεταφράσεις: абавязковасьць, лютасьць, лютасць, ярасць, лютасьці, шаленства