Μητέρα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μητέρα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
матка, маці, мать, мама
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μητέρα
μητέρα τερέζα, μητέρα φάλαινα τυφλή, μητέρα του οδυσσέα, μητέρα τιμές, μητέρα μεγαλόψυχη, μητέρα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μητέρα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μηνύω στα λευκορωσικά - заручыцца, заручацца
- μηρός στα λευκορωσικά - сцягно, бядро, сьцягно
- μητριά στα λευκορωσικά - сьвёкар, мачыха, мачаха
- μητρικός στα λευκορωσικά - па, паводле, у, з, ў
Τυχαίες λέξεις
Μητέρα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: матка, маці, мать, мама
Μεταφράσεις: матка, маці, мать, мама