Νύμφη στα λευκορωσικά
Μετάφραση: νύμφη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
німфа
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νύμφη
νύμφη του θερμαϊκού, νύμφη ηχώ, νύμφη του αιγαίου, νύμφη αρέθουσα, νύμφη νέδα, νύμφη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, νύμφη στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- νότιος στα λευκορωσικά - паўднёвы, заходні, ўсходні
- νότος στα λευκορωσικά - поудзень, на
- νύξη στα λευκορωσικά - працаваць, намёк, намек
- νύστα στα λευκορωσικά - дрымотнасць, санлівасць, млявасць, дрымоту
Τυχαίες λέξεις
Νύμφη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: німфа
Μεταφράσεις: німфа