Ξυλεία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ξυλεία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лес, дрэва, лесаматэрыялы
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξυλεία
ξυλεία λάρισα, ξυλεία καστανιάς, ξυλεία πρακτικερ, ξυλεία πάτρα, ξυλεία στέγης, ξυλεία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ξυλεία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ξιφολόγχη στα λευκορωσικά - штык, багнет, штых, штыком
- ξοδεύω στα λευκορωσικά - марнаваць, траціць, выдаткоўваць, губляць
- ξυλώδης στα λευκορωσικά - драўняны, дрэўны, драўляны, древесный
- ξυπνώ στα λευκορωσικά - абудзіць, разбудзіць, пабудзіць
Τυχαίες λέξεις
Ξυλεία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: лес, дрэва, лесаматэрыялы
Μεταφράσεις: лес, дрэва, лесаматэрыялы