Οροπέδιο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: οροπέδιο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
плато, плято
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οροπέδιο
οροπέδιο αγ. τριάδας καλοσκοπής φωκίδας, οροπέδιο νίδας, οροπέδιο λασιθίου, οροπέδιο της νίδας, οροπέδιο λασιθίου ξενώνες, οροπέδιο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, οροπέδιο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- οροθετώ στα λευκορωσικά - размяжоўваць
- ορολογία στα λευκορωσικά - тэрміналогія, тэрміналёгія
- οροφή στα λευκορωσικά - дах, столь, страха, крыша
- ορτύκι στα λευκορωσικά - пераспяваў, перапёлка, перапёлкі, ў перапёлкi
Τυχαίες λέξεις
Οροπέδιο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: плато, плято
Μεταφράσεις: плато, плято