Οχύρωση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: οχύρωση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўмацаванне, умацаванне, ўмацаваньне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οχύρωση
οχύρωση δεκέλειας, οχύρωση κωνσταντινούπολης, κυκλώπεια οχύρωση, οχύρωση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, οχύρωση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- οχιά στα λευκορωσικά - гадзюка, вужака, гадаўка, гадзюкі
- οχυρό στα λευκορωσικά - крэпасць, крэпасьць, моц, крепость
- ούγια στα λευκορωσικά - абза, зальбанд
- ούρα στα λευκορωσικά - мача, мочачы
Τυχαίες λέξεις
Οχύρωση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўмацаванне, умацаванне, ўмацаваньне
Μεταφράσεις: ўмацаванне, умацаванне, ўмацаваньне