Παραγωγός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: παραγωγός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вытворная, вытворчая
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγός
παράγωγος ζήτηση, παράγωγος ολοκληρώματος, παράγωγος γινομένου, παράγωγος ρίζας, παράγωγος τόξου εφαπτομένης, παραγωγός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παραγωγός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- παράγραφος στα λευκορωσικά - пункт, пасёлак
- παράγω στα λευκορωσικά - адбыцца, рабiць, вырабляць, рабіць, праводзіць, ажыццяўляць, вырабіць
- παράγων στα λευκορωσικά - агент
- παράδειγμα στα λευκορωσικά - прыклад, прыклады
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вытворная, вытворчая
Μεταφράσεις: вытворная, вытворчая