Παρεμβαίνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: παρεμβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўмешвацца, умешвацца
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρεμβαίνω
παρεμβαίνω στα αγγλικα, παρεμβαίνω αόριστος, παρεμβαίνω λεξικο, παρεμβαίνω ετυμολογια, προβαίνω συνώνυμο, παρεμβαίνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παρεμβαίνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- παρελθόν στα λευκορωσικά - міма, паўз, паблізу, каля
- παρεμβάλλω στα λευκορωσικά - ўстаўляць, устаўляць, вставлять
- παρεμβολή στα λευκορωσικά - ўмяшанне, ўмяшальніцтва, умяшанне, умяшальніцтва, ўмяшаньне
- παρεμποδίζω στα λευκορωσικά - клыпаць, кульгаць
Τυχαίες λέξεις
Παρεμβαίνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўмешвацца, умешвацца
Μεταφράσεις: ўмешвацца, умешвацца