Πιστοποιώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πιστοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сертыфікаваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστοποιώ
πιστοποιώ συνώνυμα, πιστοποιώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πιστοποιώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πιστεύω στα λευκορωσικά - верыць, паверыць
- πιστοποιητικό στα λευκορωσικά - сертыфікат
- πιστωτής στα λευκορωσικά - крэдытор, крэдытора, крэдыторам
- πιστόλι στα λευκορωσικά - стрэльба, пісталет
Τυχαίες λέξεις
Πιστοποιώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сертыфікаваць
Μεταφράσεις: сертыфікаваць