Πλοίο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πλοίο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
судно, ваза, гаршчок, судна, карабель
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλοίο
πλοίο ελευθέριος βενιζέλος, πλοίο ασφαλείας, πλοίο αριάδνη, πλοίο αδαμάντιος κοραής, πλοίο sewol, πλοίο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πλοίο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πληρώνω στα λευκορωσικά - плацiць, раскашэльвацца, трэсці кішэняй
- πλησιάζω στα λευκορωσικά - падыход
- πλοκάμι στα λευκορωσικά - шчупальца
- πλοκή στα λευκορωσικά - ўчастак, участак, пастарунак
Τυχαίες λέξεις
Πλοίο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: судно, ваза, гаршчок, судна, карабель
Μεταφράσεις: судно, ваза, гаршчок, судна, карабель