Πυκνότητα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πυκνότητα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шчыльнасць, шчыльнасьць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνότητα
πυκνότητα λαδιού, πυκνότητα πάγου, πυκνότητα βενζίνης, πυκνότητα χαλκού, πυκνότητα σιδήρου, πυκνότητα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πυκνότητα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πυκνωτής στα λευκορωσικά - кандэнсатар, кандэнсатараў, конденсатор
- πυκνός στα λευκορωσικά - грубы, каржакаваты, камлюкаваты, прысадзісты, каржакаватая, каранасты
- πυκνώνω στα λευκορωσικά - згушчацца, гусцець, згушчаюцца
- πυξίδα στα λευκορωσικά - компас
Τυχαίες λέξεις
Πυκνότητα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шчыльнасць, шчыльнасьць
Μεταφράσεις: шчыльнасць, шчыльнасьць