Συνωμοτώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συνωμοτώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
змова, змову, замову, замова
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνωμοτώ
συνωμοτώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συνωμοτώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συνυπάρχω στα λευκορωσικά - суіснаваць
- συνωμοσία στα λευκορωσικά - змова, змову, замову, замова
- συνωμότης στα λευκορωσικά - змоўшчык
- συνωστισμός στα λευκορωσικά - цісканіна, даўка, ціскатня, таўкатня, мітусня
Τυχαίες λέξεις
Συνωμοτώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: змова, змову, замову, замова
Μεταφράσεις: змова, змову, замову, замова