Σύνδρομο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σύνδρομο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сіндром, сындром
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύνδρομο
σύνδρομο rett, σύνδρομο sjogren, σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, σύνδρομο cushing, σύνδρομο αδαμαντιάδη-behcet, σύνδρομο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σύνδρομο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σύνδεση στα λευκορωσικά - падключэнне, падлучэнне, злучэнне
- σύνδεσμος στα λευκορωσικά - спасылка, спасылка Калі
- σύνεση στα λευκορωσικά - асцярожнасць, асцярогу, асцярога, асьцярожнасьць
- σύνθεση στα λευκορωσικά - склад, састаў
Τυχαίες λέξεις
Σύνδρομο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сіндром, сындром
Μεταφράσεις: сіндром, сындром