Τυπογράφος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τυπογράφος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
друкар, машыністка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τυπογράφος
τυπογράφος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τυπογράφος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τυπικός στα λευκορωσικά - тыповы
- τυπικότητα στα λευκορωσικά - фармальнасць, фармальнасьць
- τυπώνω στα λευκορωσικά - цягнуць, друк, друку, пячатку, пячатка
- τυρί στα λευκορωσικά - сыр
Τυχαίες λέξεις
Τυπογράφος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: друкар, машыністка
Μεταφράσεις: друкар, машыністка