Όρεξη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: όρεξη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
апетыт
Όρεξη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όρεξη

όρεξη να χεις λεμεσός, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις, όρεξη για ζωή, όρεξη για τίποτα, όρεξη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, όρεξη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • όργανο στα λευκορωσικά - снасьць, орган, арган, ворган
  • όργιο στα λευκορωσικά - оргія
  • όρθιος στα λευκορωσικά - вертыкальна
  • όριο στα λευκορωσικά - мяжа, мяжу
Τυχαίες λέξεις
Όρεξη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: апетыт