Άσκοπος στα λιθουανικά
Μετάφραση: άσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
betikslis, betiksliu, Bezmērķa, Bezmērķīgs, Bezcelowy
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άσκοπος
άσκοπος συνώνυμα, άσκοπος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, άσκοπος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- άσθμα στα λιθουανικά - astma, astmos, astmą, astmai, bronchų astma
- άσκηση στα λιθουανικά - įprotis, praktika, pratimas, mankšta, naudotis, įgyvendinimas, pratybos
- άσπλαχνος στα λιθουανικά - negailestingas, negailestingi, atvirkščiu dalyku, Nielitościwy, kietaširdis
- άσπρος στα λιθουανικά - baltas, baltaodis, balta, baltos, balti, baltos spalvos
Τυχαίες λέξεις
Άσκοπος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: betikslis, betiksliu, Bezmērķa, Bezmērķīgs, Bezcelowy
Μεταφράσεις: betikslis, betiksliu, Bezmērķa, Bezmērķīgs, Bezcelowy