Αβαείο στα λιθουανικά
Μετάφραση: αβαείο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vienuolynas, abatija, Abbey, vienuolyno, opactwo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αβαείο
αβαείο του μον σεν μισέλ, αβαείο του thelema cefalu σικελία ιταλία, αβαείο ηλιουπολη, αβαείο βόλος, αβαείο του thelema, αβαείο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αβαείο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αβάκιο στα λιθουανικά - skaitytuvai, Abacus, abakas, Liczydło, Mozaikinės panelė
- αβέβαιος στα λιθουανικά - neaiškus, neaiški, neaišku, neaiškios
- αβεβαιότητα στα λιθουανικά - abejonė, neapibrėžtumas, netikrumas, neapibrėžtis, netikrumo, neapibrėžtumo
- αβλεψία στα λιθουανικά - neapsižiūrėjimas, priežiūra, priežiūros, priežiūrą
Τυχαίες λέξεις
Αβαείο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vienuolynas, abatija, Abbey, vienuolyno, opactwo
Μεταφράσεις: vienuolynas, abatija, Abbey, vienuolyno, opactwo