Αγγίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: αγγίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
liesti, paliesti, palieskite, prisiliesti, nelieskite
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγίζω
αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω παιγνιοθεραπεία, αγγίζω αγγλικά, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αγγίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αγαπητός στα λιθουανικά - brangus, mielas, brangusis, dear, brangūs
- αγαπώ στα λιθουανικά - mėgti, meilė, mielas, mylėti, patinka, myliu, mėgsta
- αγγαρεία στα λιθουανικά - užduotis, darbas, Roboto, namų ruoša, nuobodus, Namų darbai
- αγγείο στα λιθουανικά - laivas, indas, vaza, vazos, vase
Τυχαίες λέξεις
Αγγίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: liesti, paliesti, palieskite, prisiliesti, nelieskite
Μεταφράσεις: liesti, paliesti, palieskite, prisiliesti, nelieskite