Αγιοποιώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: αγιοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pašventinti, pašventintų, pašventinu, pašventink, pašventinsi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγιοποιώ
αγιοποιώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αγιοποιώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αγελαίος στα λιθουανικά - visuomeniškas, Towarzyski, bandos, kaimenės, Bara
- αγενής στα λιθουανικά - grubus, nemandagu, rude, šiurkštus
- αγιοπρεπής στα λιθουανικά - agioprepis
- αγιότητα στα λιθουανικά - šventumas, Šventenybė, šventumą, šventumo, Šventenybe
Τυχαίες λέξεις
Αγιοποιώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pašventinti, pašventintų, pašventinu, pašventink, pašventinsi
Μεταφράσεις: pašventinti, pašventintų, pašventinu, pašventink, pašventinsi